22/4/16

PROFONDO ROSSO (1975)


Έχοντας δει σχεδόν τα άπαντα του Ντάριο Αρτζέντο, μπορώ να πω, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά εμένα, πως το συγκεκριμένο giallo θριλεράκι είναι ο,τι αρτιότερο έχει να επιδείξει στην φιλμογραφία του. Κάποιοι θα βιάζονταν να αντιπαρατάξουν το Suspiria, που είναι αναμφισβήτητα τo μεγάλο σουξέ του Αρτζέντο, ή και κάποιο άλλο "πόνημα" του συμπαθούς Ιταλού, όμως εγώ τούτο εδώ αναγνωρίζω ως το ζενίθ του καλλιτέχνη.

Αυτό γιατί βασίζεται σε μια αρκετά αξιοπρεπή ιστορία, που στο τέλος δικαιόλογει το σασπένς που έχει μεσολαβήσει μέχρι τότε και άρει οποιοδήποτε χάωμα με ένα απλό, άλλα ιδιαίτερα έξυπνο, εύρημα. Σε αντίθεση με το Suspiria π.χ. όπου η ταινία οδηγείται περισσότερο από τις σουρεαλιστικές διαθέσεις του Aρτζέντο και το τέλος, παρ' ότι χαρακτηριστικότατο και εμφατικό, μπορεί ακόμα να σε αφήσει ανικανοποίητο. Το Profondo rosso δεν βάζει τέτοια στοιχήματα, βρίσκει με σιγουριά το στόχο του.

O πρωταγωνιστής του έργου είναι ο Μάρκους, ένας πιανίστας που γίνεται εξ αποστάσεως μάρτυρας της δολοφονίας ενός μέντιουμ που ζεί στο ίδιο κτήριο με εκείνον. Σπεύδοντας στο διαμέρισμα του μέντιουμ, όπου έγινε το έγκλημα, ο Μάρκους δε βρίσκει τον δολοφόνο, συνειδητοποιεί όμως κατά την διάρκεια της αστυνομικής έρευνας ότι απο το σπίτι λείπει κάποιο αντικείμενο που είδε όταν έφτασε αρχικά εκεί. Αρχίζει να εμπλέκεται λοιπόν και αυτός ενεργά με την όλη υπόθεση, ξεκινώντας τη δική του προσωπική αναζήτηση και βάζοντας βέβαια έτσι σε άμεσο κίνδυνο τη ζωή του.

Η ταινία στην εξελιξή της μας συστήνει σε διάφορους εκκεντρικούς εώς και γκροτέσκ χαρακτήρες που όλοι δημιουργούν ένα αίσθημα καχυποψίας και ανησυχίας. Όπως στα περισσότερα φιλμ του Αρτζέντο όμως, οι χαρακτήρες δεν είναι αυτοί πάνω στους οποίους στηρίζεται η ταινία, άλλα κατα κύριο λόγο τα εργαλεία ώστε να προωθείται η πλοκή. Οι ερμηνείες ως επι το πλείστον βέβαια είναι ικανοποιητικές, αλλά αυτό που ενδιαφέρει τον Ιταλό είναι το κάδρο του και πώς θα δημιουργήσει ένα καμβά ασυνήθιστων και έντονων εικόνων που θα εξυπηρετήσουν την ατμόσφαιρα που θέλει να επιτύχει.

Στα αρκετά μακρινά πλάνα που υπάρχουν, τα σκηνικά συχνά καταδεικνύουν πόσο μικρός είναι συγκριτικά ο πρωταγωνιστής και εντείνουν το αίσθημα της ασημαντότητας και της ανασφάλειας. Απο την άλλη, τα κοντινά που γίνονται στα χέρια του δολοφόνου και τα αντικείμενα που χρησιμοποιεί, δημιουργούν μια ωραία αντίστιξη. Η κάμερα άλλοτε με περιέργες γωνίες λήψης, άλλοτε ακολουθώντας τη δράση εν κινήσει και παίζοντας συχνά με την προοπτική, συμβάλλει τα μέγιστα στη δημιουργία μιας ανατριχιαστικής και καθηλωτικής εμπειρίας. Επιστέγασμα όλων των παραπάνω, η μουσική των Goblin που με την αλλόκοσμη ποιοτητά της ντύνει ιδανικά αρκετές σεκάνς.

Η ταινία έχει τα θεματάκια της βέβαια. Υπάρχουν μερικά λογικά κενά και σεναριακά ατοπήματα, αλλά τίποτα τόσο σοβαρό που να είναι ικανό να χαλάσει την απόλαυση του έργου. Επιπλέον παρουσιάζει εννίοτε προβλήματα ρυθμού και γενικά μπορούμε να πούμε ότι "απλώνει" λίγο παραπάνω απο όσο θα έπρεπε, μιας που δεν φροντίζει να ανταμοίβει πάντα ανάλογα τον θεατή. Το τέλος όμως σίγουρα δικαιώνει όσους επιδεικνύουν υπομονή. Γίνονται επίσης κάποιες προσπάθειες κωμικής ανακούφισης που δεν συνάδουν συνήθως με το κλίμα και μοιάζουν περιττές. Γενικά το στυλ του Αρτζέντο είναι ιδιαίτερο και οι μη εξοικειωμένοι μπορεί ακόμα και να το βρουν επιπόλαιο.

Η αλήθεια βέβαια απέχει μακράν απο αυτή τη θεώρηση. Ο Ιταλός είναι ένας σκηνοθέτης που πειραματίστηκε, όσο κανείς ίσως, πάνω στο είδος. Ένας βιρτουόζος του τρόμου, που στην ακμή του παρέδωσε μερικά αξιομνημόνευτα φιλμ στο κοινό. Το "Βαθύ κόκκινο" είναι κατά την αποψή μου η καλύτερη απόδειξη για αυτό.

 ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ 8/10