Είκοσι χρόνια περίπου πριν απο τα Kill-Bill vol.I/vol.II υπήρξε μια άλλη ιστορία εκδίκησης με θηλυκή ηρωίδα, που μάλιστα αποτέλεσε βασική πηγή εμπνευσής για τη διλογία του Ταραντίνο. Θα μπορούσαμε ακόμα και να πούμε ότι ο ιδιόρυθμος Κουέντιν έκλεψε τον βασικό άξονα της και έχτισε εκεί πάνω, αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα. Το μόνο σίγουρο θετικό της υπόθεσης είναι ότι, με αφορμή τις ταινίες αυτές, πολλοί από εμάς που αγνοούσαμε την ύπαρξη του "Lady snowblood" ενημερωθήκαμε για τα καλά. Προσωπικά το ανακάλυψα εξαιτίας του υπέροχου "The flower of carnage" (που έγινε ευρέως γνωστό στη χώρα μας και απο την παρωδία "Το κρασάκι του τσου") απο το soundtrack του Kill-Bill. Το τραγούδι όπως διαπίστωσα στη συνέχεια είχε γραφτεί για το "Lady Snowblood" και εμηνεύτηκε καταπληκτικά απο την πρωταγωνίστρια του φιλμ, Μέικο Κάτζι.
Η Μέικο Κάτζι λοιπόν υποδύεται την Γιούκι, μια κοπέλα που γεννήθηκε μέσα απο τον θάνατο, μιας που η μητέρα της ξεψύχησε λίγο μετά τη γέννα, για να σπείρει με τη σειρά της τον θάνατο ή να πεθάνει προσπαθώντας. Ένα παιδί του κάτω κόσμου όπως τονίζεται συχνά μέσα στην ταινία. Η μητέρα της Γιούκι, η Σάγιο (Μιγιόκο Ακάζα), ήταν γυναίκα ενός δασκάλου που περί το έτος 1873, μέσα σε έντονες κοινωνικές αναταραχές, διορίστηκε σε κάποια επαρχιακή περιοχή της Ιαπωνίας. Κατά την άφιξη τους εκεί, τέσσερις κακοποιοί, εκμεταλευόμενοι τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούσαν την περίοδο εκείνη για να πλουτίσουν, επιτέθηκαν στην οικογένεια. Δολοφόνησαν τον άντρα της Σάγιο και τον μικρό γιο της, ενώ εκείνη τη βίασαν και ένας εξ αυτών την πήρε μαζί του ως προσωπική του σκλάβα. Η Σάγιο στην πορεία τον σκότωσε και για αυτή της την πράξη κατέληξε στη φυλακή. Εκεί αναγκάστηκε να αποπλανεί άντρες ώστε να μπορέσει να κάνει ένα παιδί που θα τελείωνε ό,τι εκείνη είχε αφήσει στη μέση. Αυτό ήταν η Γιούκι, που κάποια συγκρατούμενη της Σάγιο την πήγε απο πολύ νεαρή ηλικία σε ένα μοναχό, ο οποίος την εκπαίδευσε σκληρά επί χρόνια ώστε να εκπληρώσει το πεπρωμένο της. Και κάπου εκεί αρχίζει το ζουμί.
Βασικό ατού του έργου είναι η πρωταγωνιστριά του, που δεν αναλώνεται σε μια απλοϊκή απόδοση ενός γεμάτου μίσος, τυφλωμένου για εκδίκηση χαρακτήρα, άλλα δίνει πολύ περισσότερη υπόσταση. H Γιούκι πάνω απο όλα βαραίνεται απο την ηθική υποχρέωση απέναντι στην οικογένεια που δε γνώρισε ποτέ. Ο θεατής μπορεί να καταλάβει φορές πως η ηρωίδα θα ήθελε να απαλαχθεί απο αυτό το βάρος και απλά να ζήσει τη ζωή της σαν κανονικός άνθρωπος. Το γεγονός αυτό την κάνει πιο πειστική και οικεία στον θεατή, δημιουργώντας ακόμα-ακόμα και την απορία αν τελικά θα τα καταφέρει. Επιπλέον η μορφή της Μέικο Κάτζι είναι ιδανική. Η λεπτή σιλουέτα, το αλαβαστρινό δέρμα, τα μεγάλα υγρά μάτια και το έντονο βλέμμα της, την κάνουν σχεδόν εικονική φιγούρα. Η υποκριτική της είναι άρτια (το χάνει λίγο στις σκηνές που εξασκείται στο σπαθί), ενώ και οι υπόλοιποι ηθοποιοί κυμαίνονται σε αρκετά αξιοπρεπή επίπεδα.
To φιλμ αυτο καθ' αυτό έχει κάποια στοιχεία που για την εποχή πιθανότατα να θεωρούνταν καινοτομίες, όπως το χώρισμα της ταινίας σε αυτόνομα κεφάλαια και την παρεμβολή σκίτσων (απο το αντίστοιχο manga συνήθως), άλλα και στοπ-καρέ, με παράλληλη αφήσηση για την προώθηση της ιστορίας. Τα παραπάνω λειτουργούν ικανοποιητικά και σε συνδυασμό με μια υπόθεση που σε "κρατάει" δίνουν αρκετούς πόντους στο έργο. Στα συν επίσης οι όμορφες τοποθεσίες και ορισμένες εντυπωσιακές εικόνες που καταφέρνει να δημιουργήσει ο σκηνοθέτης (Τοσίγια Φουτζίτα).
Δυστυχώς υπάρχουν και κάμποσα πλην όμως. Πρώτα απο όλα η κινηματογράφηση. Ενώ γενικά ο Φουτζίτα υπηρετεί σωστά το είδος, προσθέτωντας στο ύφος της ταινίας με εννίοτε ασυνήθιστα και προχωρημένα (για τότε) πλάνα, το γεγονός πως η δράση ακολουθείται με κάμερα χειρός, άρα κατά διαστήματα υπάρχει αρκετό τρεμόπαιγμα, μπορεί να κάνει την θέαση του φιλμ κουραστική εμπειρία. Επίσης το κάνει να μοιάζει πιο "φτηνό", πράγμα που δεν απέχει και πολύ απο την πραγματικότητα, αφού φαντάζομαι ότι λόγω περιορισμένου μπάτζετ δε μπορούσαν να στήσουν ράγες και να κάνουν τη δουλειά σωστά. Συν τοις άλλοις, παρόλο που υπάρχει αρκετό gore στην ταινία, το πολύ φωτεινό κόκκινο που χρησιμοποιήθηκε για το αίμα ψιλοαναιρεί το έφφε και το κάνει να μοιάζει λιγότερο αληθοφανές. Προβληματάκια υπάρχουν και στις σκηνές δράσης που θα μπορούσαν να είναι μεγαλύτερες και πιο ενδιαφέρουσες, ενώ το έργο δεν στερείται και λογικών κενών στην πλοκή του.
Γενικά πάντως έχουμε να κάνουμε με μια τίμια προσπάθεια, που τα ψεγάδια της όμως την εμποδίζουν να λάβει το cult status που θα είχε αν ήταν λίγο πιο προσεγμένη. Αν μιλούσαμε για μια campy b-movie θα την αντιμετωπίζαμε αλλιώς, αλλά εδώ δεν έχουμε τέτοια περίπτωση. Προσωπική μου άποψη είναι ότι η ταινία εκλιπαρεί για ένα πρέπον remake και ελπίζω να βρεθεί κάποτε κάποιος αρκετά μερακλής ώστε να μας το προσφέρει. Μέχρι τότε το "Lady snowblood" αξίζει μιας ευκαιρίας απο όλους.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ 7/10