Είναι άσκοπo να δώσει κανείς ιδιαίτερη σημασία στην υπόθεση και να προσπαθήσει να καταλάβει πλήρως την πλοκή του Tetsuo: the iron man. Είναι κατά βάση προσχηματικά για να κάνει ο σκηνοθέτης (Σινίγια Τσουκαμότο) αυτό που επιθυμεί οπτικοακούστικα. Η ταινία, όπως συχνά λέω αναφερόμενος σε cult ταινίες, είναι κατα κύριο λόγο μια εμπειρία. Παρ' όλα αυτά μια σύνοψη θα την επιχειρήσω.
Δύο είναι οι βασικοί πρωταγωνιστές του φιλμ. Ένας τύπος που έχει φετίχ με το μέταλο (τον παίζει ο ίδιος ο Τσουκαμότο) και ένας γιάπης κατα το κοινώς λεγόμενο. Ο φετιχιστής, που αρέσκεται στο να βάζει κομάτια μέταλου μέσα στο σώμα του, μετά απο μία ακόμα απόπειρα, φρενιάζει και βγαίνει στους δρόμους τρέχοντας. Εκεί τον χτυπάει το αμάξι του γιάπη, ο οποίος βρίσκεται μαζί με την κοπέλα του. Αντί να τον βοηθήσουν, τον παρατάνε σε κάποιο χαντάκι και για να ολοκληρωθεί και η καφρίλα, κάνουν σεξ στο σημείο που τον αφήσαν. Στη συνέχεια βλέπουμε ότι ο γιάπης παρατηρεί σταδιακές αλλαγές στο σώμα του, το οποίο αρχίζει να μεταμορφώνεται και να αντικαθιστώνται σιγά-σιγά τα οργανικά μέρη με μεταλικά, μετατρέποντας τον ίδιο σε έναν αλλόκοτο και επικίνδυνο μεταλάνθρωπο. Υπεύθυνος της μεταμόρφωσης αυτής είναι ο φετιχιστής που έχει επιβιώσει απο το ατύχημα και έχει περάσει αντίστοιχα και αυτός μια ανάλογη μετάλλαξη.
Δεν θα αναλωθώ περαίτερω, γιατί όπως προείπα όλο αυτό είναι προσχηματικό για να δημιουργήσει ο Τσουκαμότο την ατμόσφαιρα και τις εικόνες που έχει οραματιστεί. Και εκεί είναι και η ουσία της ταινίας άλλωστε. Πως ένας άνθρωπος, με ελάχιστη βοήθεια και μηδενικό μπάτζετ, κατάφερε να φτιάξει ένα σπουδαίο καλλιτεχνικά φιλμ απο το τίποτα. Το Τetsuo είναι ένας industrial εφιάλτης, ένα τριπάρισμα χωρίς σταματημό που αναμειγνύει στοιχεία επιστημονικής φαντασίας, τρόμου, αισθησιασμού και gore με μια αφελή ορμητικότητα, αλλά συνάμα με μια αξιοθαυμαστή ιδιοφυία. Τα εφέ είναι όλα αναλογικά και στηρίζονται αποκλειστικά στην εφευρετικότητα του σκηνοθέτη που με stop-motion τεχνικές και ιλλιγγιώδες μοντάζ δημιουργεί ένα χαωτικό και σουρεαλιστικό αποτέλεσμα.
Η ασπρόμαυρη εικόνα (που υποψιάζομαι ότι ως ένα βαθμό επιλέχθηκε και επίτηδες ώστε να "κουκουλωθούν" καλύτερα κάποιες ατέλειες στα προσθετικά και σε ορισμένα εφέ) όχι μόνο δεν χαλάει την ταινία, αλλά συμβάλει στο στυλ της. Η industrial μουσική του Τσου Ισιγκάβα, με την ιδιαίτερη τραχύτητα και επιθετικότητα της, δένει γάντι με την cyberpunk αισθητική και το απειλητικό κλίμα του έργου. Έχουμε να κάνουμε με ένα φιλμ που βγήκε επί της ουσίας κατευθείαν απο τα μύχια της ψυχής και τους σκοτεινούς δαιδάλους του μυαλού του Τσουκαμότο, χωρίς πολλά-πολλά ραφιναρίσματα και εκλογικεύσεις. Και αυτό έχει σημαντική αξία, γιατί μιλάμε για κάτι πολύ προσωπικό που απευθύνεται στον θεατή ψάχνοντας να βρεί κοινό μήκος κύματος σε ασυνείδητο επίπεδο και να διεγείρει τις αισθήσεις ολοκληρωτικά. Και το πετυχαίνει αρκετά καλά. Τουλάχιστον άμα είσαι λίγο φευγάτος και "βαρεμένος" σαν εμένα...
Όποιοι αναζητούν ιδιαίτερες πλοκές και ψαγμένες υποθέσεις μάλλον θα απογοητευθούν. Όσοι πάλι γουστάρουν οπτικοακουστική παράνοια θα νιώσουν στο στοιχείο τους.
Αν έπρεπε να βρούμε το ισοδύναμο του Σαλβαδόρ Νταλί στον κινηματογράφο, ο Χιλιανός Αλεχάντρο Χοδορόφσκι θα ήταν μάλλον ο επικρατέστερος υποψήφιος. Και αν δεν έχει τρομερά μεγάλη φιλμογραφία ώστε να το πούμε με βεβαιότητα, η εμπειρία που ονομάζεται "The holy mountain" είναι αρκούντως ενδεικτική.
Το φιλμ βρίθει συμβολισμών και κοινωνικών σχολίων, τόσο που αν θα ήθελα να τα συμπεριλάβω όλα σε αυτό το κείμενο θα έπρεπε να γράψω ένα μικρό δοκίμιο. Και πάλι ίσως και να μου ξεφεύγουν αρκετά. Επίσης η ιστορία δεν είναι απόλυτα συνεχής, επομένως θα προσπαθήσω να δώσω τον σκελετό και κάποιες βασικές ιδέες.
Βασικός χαρακτήρας είναι ο ληστής, ένας μάλλον ανόητος άνθρωπος που ομοιάζει αρκετά με την στερεοτυπική εικόνα που έχουμε για τον Χριστό. Με παρέα του έναν νάνο χωρίς άκρα κινούν για την πόλη. Εκεί γίνονται μάρτυρες μιας βίαιης καταστολής, την οποία τουρίστες με Μεξικάνικα καπέλα (η ταινία είναι αμερικάνο-μεξικανική παραγωγή) απολαμβάνουν σαν θέαμα και φωτογραφίζουν τα πτώματα που έχει σαν αποτέλεσμα. Στη συνέχεια γίνονται θεατές μιας αναπαράστασης της κατάκτησης του Μεξικό απο τους κονκισταδόρες, σε ένα τσίρκο του δρόμου με πρωταγωνιστές ιγκουάνα και βάτραχους.
Ο ληστής αφού αποχωρεί απο το σημείο της παράστασης βρίσκει στο δρόμο του κάποιους πλαδαρούς Ρωμαίους στρατιώτες, οι οποίοι αφού τον μεθύσουν, τον χρησιμοποιούν για να φτιάξουν ένα καλούπι με το οποίο δημιουργούν χιλιάδες ομοιώματα του Χριστού. Ο ήρωας μας παίρνει μαζί του ένα απο αυτά και αφού έρχεται σε επαφή με έναν αχρείο ιερέα, τρώει το πρόσωπο του καλουπιού και με τη βοήθεια μπαλονιών το αφήνει να "αναληφθεί" στον ουρανό.
Αυτό είναι το πρώτο βασικό κομάτι της ταινίας, που είναι αρκετά σουρεαλιστικό και χαοτικό ίσως για κάποιον που δεν μπορεί σε πρώτη ανάγνωση να συνδέσεις τις τελείες και να φτιάξει μια σφαιρική εικόνα.
Το δεύτερο βασικό κομάτι ξεκινάει με την συνάντηση του ληστή με τον έτερο κύριο χαρακτήρα της ταινίας, τον αλχημιστή (τον οποίο υποδύεται ο ίδιος ο Χοδορόφσκι). Ο ληστής γίνεται ακόλουθος και μαθητής του αλχημιστή, παρ' όλο που αρχικά ήθελε να του κλέψει το χρυσάφι. Ο αλχημιστής συγκεντρώνει μαζί με τον ληστή και την βοηθό του, άλλους εφτά απο τους πιο ισχυρούς ανθρώπους του κόσμου (πολιτικούς, αξιωματούχους, βιομήχανους κτλ.), οι οποίοι ταυτίζονται με κάποιον πλανήτη. Όλοι μαζί ξεκινάνε ένα ταξίδι για το ιερό βουνό όπου, σύμφωνα με τον μύθο, στην κορυφή του βρίσκονται οι εννιά σοφοί που κρατάνε το μυστικό της αθανασίας. Απώτερος σκοπός τους είναι να τους επιτεθούν και να κλέψουν το μυστικό. Τελικά η προσπάθεια αυτή καταλήγει σε μια περιπέτεια αυτογνωσίας και κάθαρσης. Σε αυτό το δεύτερο κομάτι η ιστορία γίνεται πιο γραμμική και συμβατική, χωρίς βέβαια να χάνει το σουρεαλισμό της εννίοτε και πάνω απο όλα τη δύναμη της.
Οι εικόνες του "The holy mountain" συχνά θα προκαλέσουν τα πιστεύω, την ηθική και την αισθητική των θεατών, όμως αν και πολλοί θα το θεωρήσουν επιτηδευμένο όλο αυτό, εγώ προσωπικά το βρίσκω πολυ θετικό και απαραίτητο. Αν ένα έργο θέλει πραγματικά να δώσει κάτι ουσιαστικό και νέο στον θεατή, πρέπει να τον σοκάρει φορές και να τον ωθεί στο να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό του. Στην ταινία θίγονται πάρα πολλά πράγματα, όπως π.χ. η φαυλότητα και φαιδρότητα κάθε μορφής εξουσίας, η βία, η ματαιότητα των θρησκειών και του μυστικισμού (καθώς και των συμβόλων τους), η ψευδαίσθηση του εγώ και το βάρος του περιορισμένου νου, η διαμόρφωση συνειδήσεων και διάφορα άλλα παρεμφερή. Ένα βαθιά υπαρξιακό φιλμ, ένα πραγματικό αριστούργημα του σινεμά, που παρά τις όποιες ατέλειες μπορεί να έχει (θεωρώ ότι αν γινόταν με μεγαλύτερο μπάτζετ και πιο μετά χρονικά, θα απέφευγε κάποιες στιγμές που μοιάζει λίγο παρωχημένο ή υπερβολικό) δεν γίνεται να μην το συγκαταλέξω ανάμεσα στις καλύτερες ταινίες που έχω δει.
Είναι η ζωντανή απόδειξη ότι ένας σκηνοθέτης που έχει κάτι αληθινό να πει και διαθέτει το όραμα για να το αφηγηθεί, θα τα καταφέρει με κάθε τρόπο. Και αυτό πρέπει πάντα να επιβραβεύεται, τουλάχιστον ηθικά, μιας που υλικά η ταινία δεν έβγαλε ποτέ τα χρηματά της. Αλλά τα χρήματα ούτως ή άλλως ο Χοδορόφσκι τα καίει στο πόνημα του αυτό, όπως και στην πραγματικότητα στο βωμό της καλλιτεχνικής του εκπλήρωσης. Άξιος.